Του Ευγένιου Χρ. Ευγενίου*
Η κατάσταση του πλανήτη μας αφορά όλους. Από τις κλιματικές αλλαγές των τελευταίων ετών μέχρι την πανδημία που όλοι βιώνουμε τον τελευταίο περίπου ενάμιση χρόνο, έχει γίνει πλήρως κατανοητό πως αν δεν ευημερεί ο πλανήτης Γη, τότε δεν θα ευημερούν και οι κάτοικοι του, δηλαδή όλοι εμείς.
Είναι με ικανοποίηση που βλέπουμε πως έστω και αργοπορημένα, οι δράσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και για την πράσινη ανάπτυξη πληθαίνουν, γίνονται πιο στοχευμένες αλλα και ολιστικές, όπως εξάλλου απαιτείται για να έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο, ενώ παράλληλα αφιερώνονται σημαντικοί οικονομικοί πόροι προς αυτήν την κατεύθυνση.
Είναι ενδεικτικό πως πλέον τα περιβαλλοντικά ζητήματα και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις ή τα οφέλη των όποιων νέων έργων και αναπτύξεων, λαμβάνονται σοβαρά υπόψη ακόμα και από τους μεγάλους θεσμικούς επενδυτές, οι οποίοι έχουν θέσει ψηλά στην ατζέντα τους το συγκεκριμένο ζήτημα. Ακόμα πιο ψηλά έχει θέσει το θέμα η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) αφού στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027 προβλέπεται πως το συνολικό ποσό των 373,9 δισ. ευρώ θα διατεθεί στην κατηγορία «Φυσικοί Πόροι και Περιβάλλον». Συνολικά, η ευρύτερη προσπάθεια για αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θα συγκεντρώσει το 30% των κονδυλίων του προϋπολογισμού της ΕΕ για τα επόμενα χρόνια.
Η Κύπρος, ως ένα σχετικά μικρό νησί χωρίς ιδιαίτερα βαριά βιομηχανία, μπορεί να μετατραπεί τα επόμενα χρόνια σ’ ένα σύγχρονο «πράσινο» παράδεισο με όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που αυτό συνεπάγεται. Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό το γεγονός πως η ταχεία μετάβαση στην Πράσινη Οικονομία περιλαμβάνεται στους βασικούς άξονες του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της χώρας μας, το οποίο κατατέθηκε στα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα. Όπως έχει εξαγγελθεί, στόχος είναι η μετάβαση στην Πράσινη Οικονομία να συνδράμει θετικά και πολλαπλασιαστικά στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, μέσω της προώθησης μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων στους τομείς του κλίματος και της ενέργειας, των βιώσιμων μεταφορών, της διαχείρισης των υδάτινων πόρων αλλά και του περιβάλλοντος ευρύτερα, οι οποίες θα έχουν και συνδρομή στην βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Κυπριακής οικονομίας.
Η PwC, ένας από τους μεγαλύτερους οργανισμούς διεθνώς, έχει δεσμευτεί για την επίτευξη μηδενικού ισοζυγίου των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2030 (Net Zero commitment). Αυτό θα επιτευχθεί εν μέρει μέσω της απεξάρτησης του οργανισμού από τον άνθρακα, συμπεριλαμβανομένου του ταξιδιωτικού μας αποτυπώματος. Αναγνωρίζοντας πως το 85% του ανθρακικού αποτυπώματος της PwC προκύπτει από τα επαγγελματικά ταξίδια του προσωπικού της στο εξωτερικό, εργαζόμαστε ήδη με στόχο το μακροπρόθεσμο μετασχηματισμό των παρεχόμενων υπηρεσιών, ώστε να αξιοποιήσουμε πλήρως τα νέα κανάλια εξυπηρέτησης των πελατών που έχει αναδείξει η πανδημία του COVID-19, όπως και τις λύσεις για εξ αποστάσεως εργασία. Πιο συγκεκριμένα, έχουμε δεσμευτεί για τη μείωση των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 50%, σε απόλυτους όρους, μέχρι το 2030. Η σχετική διαδικασία περιλαμβάνει τη μετάβαση σε 100% ανανεώσιμες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας για τη λειτουργία των κτιριακών εγκαταστάσεων της PwC, σε όλες τις χώρες στις οποίες δραστηριοποιείται ο οργανισμός, αλλά συγχρόνως και τη συνεχή βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων μας. Η κλιματική ουδετερότητα θα επιτευχθεί επίσης μέσω της υλοποίησης επενδύσεων σε έργα απορρόφησης άνθρακα. Για το λόγο αυτό, η PwC θα επενδύσει σε έργα απορρόφησης άνθρακα, ώστε για κάθε υπολειπόμενο τόνο (ισοδύναμου CO2) που εκπέμπουμε θα αφαιρούμε από την ατμόσφαιρα έναν τόνο διοξειδίου του άνθρακα, ώστε να επιτευχθεί μέχρι το 2030 ένα ουδέτερο κλιματικό ισοζύγιο. Στο ίδιο πλαίσιο, θα στηρίξουμε τους πελάτες και συνεργάτες μας, αλλά και τους φορείς άσκησης πολιτικής για λήψη των βέλτιστων αποφάσεων προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Ο δρόμος προς την κλιματική ουδετερότητα δεν είναι ούτε εύκολος, ούτε απλός. Ακόμα υπολειπόμαστε κατά πάρα πολύ από το να λέμε πως βρισκόμαστε στη σωστή πορεία. Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της PwC, το 80% των μεγαλύτερων επιχειρήσεων διεθνώς έχει δεσμευτεί για να καταστούν σταδιακά κλιματικά ουδέτερες. Υπάρχει δηλαδή ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στις διάφορες εξαγγελίες που γίνονται και της χαμηλής, στην πραγματικότητα, συμμετοχής στην όλη προσπάθεια. Σύμφωνα με τον Δείκτη Net Zero Economy Index, που ετοιμάζει η PwC, και ο οποίος παρακολουθεί την πορεία της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στις χώρες του G20, χρειάζεται ένας ρυθμός μείωσης των εκπομπών της τάξης του 11.7%, ώστε η αύξηση της θερμοκρασίας να διατηρηθεί κάτω του 1.5 βαθμού κελσίου. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει οι χώρες με ήδη υψηλά επίπεδα μείωσης των εκπομπών να διπλασιάσουν τις προσπάθειες τους, και αυτές με τα χαμηλότερα επίπεδα να τα αυξήσουν κατά περίπου 10 φορές.
Ακόμα και σε επίπεδο κρατών, όπου η δέσμευση για κλιματική ουδετερότητα είναι θεωρητικά μεγαλύτερη, πρέπει να γίνει κατανοητό πως καμία χώρα δεν μπορεί να επιτύχει το συγκεκριμένο στόχο χωρίς τη μεταμόρφωση και μετεξέλιξη της οικονομίας και των παραγωγικών της τομέων. Τόσο οι ηγέτες των κρατών όσο και των επιχειρήσεων θα πρέπει να λάβουν άμεσα και δραστικά μέτρα καθώς τόσο οι κανονιστικές όσο και οι επενδυτικές πιέσεις προς αυτήν την κατεύθυνση θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Παρά το όποιο αρχικό κόστος κληθούν να επιμεριστούν οι οικονομίες, οι οποίες θα περάσουν πρώτες σε καθεστώς κλιματικής ουδετερότητας είναι βέβαιο πως θα έχουν τόσο οικονομικά όσο και περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη μεσοπρόθεσμα. Οφέλη τα οποία θα είναι σημαντικά πολλαπλάσια από το όποιο βραχυπρόθεσμο κόστος. Προς αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί άμεσα και η Κύπρος. Όντας μία μικρή, ευέλικτη και ευπροσάρμοστη οικονομία, μπορούμε να πρωτοπορήσουμε στο συγκεκριμένο ζήτημα, το οποίο τα επόμενα χρόνια θα είναι το πλέον καθοριστικό τόσο για τις ζωές μας όσο και για τις όποιες επενδυτικής φύσεως αποφάσεις μας.
*Διευθύνων Σύμβουλος, PwC Κύπρου