Όρια της δημοσιονομικής πολιτικής

Άρθρο των Ανδρέα Χαραλάμπους, Οικονομολόγου & πρώην Διευθυντή Υπουργείου Οικονομικών & Όμηρου Πισσαρίδη, Δ/ντος Συμβούλου PricewaterhouseCoopers Investment Services, στην εφημερίδα «Η Καθημερινή»

25/04/2021


Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, οι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί υποστήριζαν πολιτικές δημοσιονομικής πειθαρχίας ως απαραίτητη προϋπόθεση για βιώσιμη ανάπτυξη.

Το οικοδόμημα της ΕΕ στηρίχθηκε σε αυτήν τη θεώρηση, υιοθετώντας πρόνοιες για δημοσιονομικούς περιορισμούς π.χ. διατήρηση δημόσιου χρέους <60% του ΑΕΠ. H προσέγγιση της αυστηρής λιτότητας εφαρμόστηκε και στις περιπτώσεις των κρίσεων της Ελλάδας και της Κύπρου.

Η χρηματοοικονομική κρίση του 2008 και ιδιαίτερα η πανδημία που βιώνουμε σήμερα σηματοδότησαν στροφή. Οι κυβερνήσεις ωθήθηκαν σε πρωτόγνωρες αυξήσεις δημόσιων δαπανών οι οποίες οδήγησαν σε έξαρση του δημόσιου χρέους, π.χ. για Ελλάδα >200%, Ιταλία 160% και Κύπρο >120% του ΑΕΠ. Στο παρελθόν, οι αγορές ομολόγων θα παρουσίαζαν υψηλές αυξήσεις των δανειστικών επιτοκίων αντανακλώντας τον ενισχυμένο δημοσιονομικό κίνδυνο, ενώ οργανισμοί όπως το ΔΝΤ θα προειδοποιούσαν για απρόβλεπτες συνέπειες.

Τίποτα από αυτά δε συμβαίνει. Τα επιτόκια δανεισμού παραμένουν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα ακόμη και για ευάλωτες οικονομίες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέστειλε την εφαρμογή του αυστηρού δημοσιονομικού πλαισίου, η κυβέρνηση Biden εξήγγειλε το πλέον φιλόδοξο δημοσιονομικό πρόγραμμα στην πρόσφατη ιστορία της, ενώ οι Κεντρικές Τράπεζες εξακολουθούν να προβαίνουν σε μαζικές αγορές κυβερνητικών ομολόγων.

Ο αντίλογος υπάρχει και εκφράστηκε, μεταξύ άλλων, από τους πρώην Υπουργούς Οικονομικών των ΗΠΑ και της Γερμανίας Summers και Schäuble, επισημαίνοντας ότι όταν γίνουν εμφανείς οι αρνητικές συνέπειες, περιλαμβανομένων παράπλευρων απωλειών, όπως υπερμεγέθεις επενδύσεις και υπερθέρμανση συγκεκριμένων τομέων, θα είναι αργά για διορθωτικές κινήσεις.

Πού βρίσκονται τα όρια της δημοσιονομικής στήριξης; Εύλογο ερώτημα, στο οποίο η απάντηση δεν είναι εύκολη. Ωστόσο, κάποια δεδομένα μπορούν να καθοδηγήσουν τις κυβερνήσεις.

Το υψηλό ποσοστό αποταμιεύσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, λόγω διαρθρωτικών παραγόντων (τεχνολογία, γήρανση πληθυσμού, κλπ) επιτρέπει στις κυβερνήσεις να δανείζονται σε μεγαλύτερο βαθμό χωρίς παρενέργειες για τα δανειστικά επιτόκια και τις ιδιωτικές επενδύσεις. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν τα δανειακά κεφάλαια διοχετεύονται σε ορθολογιστικές επενδύσεις και στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, δημιουργώντας ανάπτυξη και πόρους για μελλοντική βιώσιμη εξυπηρέτηση του χρέους.

Καθοριστικής σημασίας με βάση τη νέα αντίληψη δεν είναι το ύψος του δημόσιου χρέους, αλλά (α) η συνεισφορά του στην μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη μέσω αποφυγής πολιτικών πιέσεων που θα οδηγούσαν σε μη στοχευμένες δημόσιες δαπάνες, και (β) η πτωτική του τάση, που διασφαλίζεται όταν η ανάπτυξη είναι υψηλότερη από τις πληρωμές για τόκους. Επιπλέον, το κόστος δανεισμού πρέπει να διατηρείται χαμηλότερα από τον ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ.

Οι εμπειρίες του παρελθόντος δείχνουν ότι αλλαγές στο ύψος των επιτοκίων μπορούν να επισυμβούν απότομα. Γι‘ αυτό οι κυβερνήσεις πρέπει να χρησιμοποιήσουν τη σημερινή ευκαιρία για τη δημιουργία ‘’μαξιλαριού ασφαλείας’’ το οποίο θα ενισχύσει την ευελιξία και την ικανότητα αντίδρασης. Όπως αναφέρει το ΔΝΤ σε πρόσφατη έκθεσή του, τα όρια δανεισμού διευρύνθηκαν αλλά, προφανώς, δεν είναι απεριόριστα.

Ο Ανδρέας Χαραλάμπους είναι οικονομολόγος και πρώην διευθυντής στο Υπουργείο Οικονομικών.

Ο Όμηρος Πισσαρίδης είναι διευθύνων σύμβουλος της PricewaterhouseCoopers Investment Services.

Press Room

Archives

Contact us

Konstantina Logotheti

Head of Marketing and Communications, PwC Cyprus

Tel: +357-22555108

Follow us