Μεταρρύθμιση του δημοσιονομικού πλαισίου στην ΕΕ

Άρθρο των Ανδρέα Χαραλάμπους, Οικονομολόγου & πρώην Διευθυντή Υπουργείου Οικονομικών & Όμηρου Πισσαρίδη, Δ/ντος Συμβούλου PricewaterhouseCoopers Investment Services, στην εφημερίδα «Η Καθημερινή»


Η οικονομία της ΕΕ παρουσιάζει σταδιακή βελτίωση, παρά τη συνεχιζόμενη πανδημία. Σημαντικός παράγοντας υπήρξε η ιστορικά πρωτόγνωρη νομισματική και δημοσιονομική στήριξη, η οποία, ωστόσο, αναπόφευκτα οδήγησε στην αύξηση του πληθωρισμού και του δημόσιου χρέους. Λαμβάνοντας υπόψη την ανάμεικτη αυτή εικόνα σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα, τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η δημοσιονομική προσαρμογή είναι αναγκαία, με ποιο ρυθμό και σε ποια χρονικά πλαίσια.

Η δημοσιονομική πολιτική στην ΕΕ διέπεται από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Σε γενικές γραμμές, μπορεί να υποστηριχθεί ότι, παρά τις αδυναμίες του, το Σύμφωνο συνέβαλε στην εμπέδωση μακροοικονομικής σταθερότητας και εμπιστοσύνης στην ΕΕ.

Η σημερινή συγκυρία επιβάλλει αλλαγές. Οι πλείστες εισηγήσεις για μεταρρύθμιση εστιάζονται σε (α) διευρυμένη ευελιξία, ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, (β) απλοποίηση και (γ) μετατόπιση μεγαλύτερης ευθύνης σε εθνικό επίπεδο. 

Το σημερινό σύστημα θεωρείται ότι απέτυχε να ενθαρρύνει τη διενέργεια δημόσιων επενδύσεων προς την κατεύθυνση της κοινωνικής συνοχής, την αποτροπή των καταστροφικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και την προώθηση της ψηφιοποίησης, ένα πεδίο στο οποίο η ΕΕ υστερεί. Επιπλέον, το υπέρμετρα υψηλό δημόσιο χρέος στις χώρες του νότου δημιουργεί δυσεπίλυτα προβλήματα, ιδιαίτερα εάν αναγκαστούν να προβούν σε απότομη προσαρμογή, όπως θα επέβαλαν τα υφιστάμενα θεσμικά πλαίσια.

Το συγκεκριμένο θέμα ήταν στο επίκεντρο του πρόσφατου προεκλογικού αγώνα και των συζητήσεων που αφορούσαν την υιοθέτηση ενός κυβερνητικού προγράμματος από τη νέα κυβέρνηση στη Γερμανία. Οι επικείμενες αποφάσεις, οι οποίες θα είναι καθοριστικές και για τις αποφάσεις στα πλαίσια της ΕΕ, μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως.

Πρώτο, δεν θα επιδιωχθούν οποιεσδήποτε αλλαγές είτε στη Συνθήκη της ΕΕ είτε της Γερμανίας. Δεύτερο, θα επιδιωχθεί κεφαλαιουχική στήριξη δημόσιων αλλά μη κυβερνητικών οντοτήτων για διενέργεια επενδύσεων σε τομείς προτεραιότητας, η οποία δε θα προσμετράται στο δημοσιονομικό έλλειμμα. Τρίτο, γίνονται σκέψεις για μεθοδολογικές αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού του δημοσιονομικού ελλείμματος ούτως ώστε έμμεσα να διαμορφωθούν οι συνθήκες για πιο ομαλή δημοσιονομική προσαρμογή.

Πρόσθετα, γίνονται σκέψεις για εξάντληση των περιθωρίων δανεισμού το 2022, περίοδο στην οποία εξακολουθεί να ισχύει η αναστολή προνοιών του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης ή ακόμη και να επεκταθεί η περίοδος αναστολής και για το 2023. 

Με όλες αυτές τις πιθανές ενέργειες, το ζητούμενο είναι η αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή να μην επηρεάσει την αναιμική ανάκαμψη και να αποφευχθεί η απότομη προσαρμογή που θα απέτρεπε αναγκαίες δράσεις στον κοινωνικό τομέα, στο περιβάλλον και στην τεχνολογία. Οι πλείστοι αναλυτές δε θεωρούν τις πιο πάνω αλλαγές επαρκείς.

Η Κύπρος ανήκει στις χώρες με υψηλό χρέος και ταυτόχρονα υψηλές επενδυτικές ανάγκες. Ως εκ τούτου, συστήνεται η πλήρης αξιοποίηση των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου, περιλαμβανομένων και των δανειακών του πόρων για αναβάθμιση του κυπριακού επενδυτικού προγράμματος, ο εξορθολογισμός του φορολογικού συστήματος για να αποφέρει πρόσθετους πόρους και η σταδιακή μείωση μη αναγκαίων δαπανών. 

Ο Ανδρέας Χαραλάμπους είναι οικονομολόγος και πρώην διευθυντής στο Υπουργείο Οικονομικών.

Ο Όμηρος Πισσαρίδης είναι διευθύνων σύμβουλος της PricewaterhouseCoopers Investment Services.

Press Room

Archives

Contact us

Konstantina Logotheti

Head of Marketing and Communications, PwC Cyprus

Tel: +357-22555108

Follow us